κρα

κρα
    κρᾶ
    Anth. шутл. = κράνος См. κρανος

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "κρα" в других словарях:

  • κρᾶ — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρα — (I) (AM κρά) ο κρωγμός τού κόρακα («από κόρακα κρα θ ακούσεις»). [ΕΤΥΜΟΛ. Προϊόν ηχομιμήσεως]. (II) κρᾱ (Α) συγκεκομμένος παιγνιώδης τύπος αντί κράνος …   Dictionary of Greek

  • κράσει — κρά̱σει , κρᾶσις mixing fem nom/voc/acc dual (attic epic) κρά̱σεϊ , κρᾶσις mixing fem dat sg (attic epic) κρά̱σει , κρᾶσις mixing fem dat sg (attic ionic) κρά̱σει , κρᾶσις mixing fem nom/voc/acc dual (attic epic doric aeolic) κρά̱σεϊ , κρᾶσις… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κραθέντ' — κρᾱθέντα , κεράννυμι mix aor part pass neut nom/voc/acc pl (epic doric aeolic) κρᾱθέντα , κεράννυμι mix aor part pass masc acc sg (epic doric aeolic) κρᾱθέντι , κεράννυμι mix aor part pass masc/neut dat sg (epic doric aeolic) κρᾱθέντε ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κράσεις — κρά̱σεις , κρᾶσις mixing fem nom/voc pl (attic epic) κρά̱σεις , κρᾶσις mixing fem nom/acc pl (attic) κρά̱σεις , κρᾶσις mixing fem nom/voc pl (attic epic doric aeolic) κρά̱σεις , κρᾶσις mixing fem nom/acc pl (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κραθεῖσ' — κρᾱθεῖσα , κεράννυμι mix aor part pass fem nom/voc sg (epic doric aeolic) κρᾱθεῖσι , κεράννυμι mix aor part pass masc/neut dat pl (epic doric aeolic) κρᾱθεῖσαι , κεράννυμι mix aor part pass fem nom/voc pl (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρατῆρ' — κρᾱτῆρα , κρατήρ mixing vessel masc acc sg κρᾱτῆρι , κρατήρ mixing vessel masc dat sg κρᾱτῆρε , κρατήρ mixing vessel masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κράναις — κρά̱ναις , κραίνω ṇ y aor part act masc nom/voc sg (attic doric aeolic) κρά̱ναις , κραίνω ṇ y aor opt act 2nd sg (attic) κρά̱ναις , κρήνη well fem dat pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κράνας — κρά̱νᾱς , κραίνω ṇ y aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) κρά̱νᾱς , κρήνη well fem acc pl (doric) κρά̱νᾱς , κρήνη well fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κράνῃ — κρά̱νῃ , κραίνω ṇ y aor subj mid 2nd sg (attic) κρά̱νῃ , κραίνω ṇ y aor subj act 3rd sg (attic) κρά̱νῃ , κρήνη well fem dat sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κραθείσας — κρᾱθείσᾱς , κεράννυμι mix aor part pass fem acc pl (epic doric aeolic) κρᾱθείσᾱς , κεράννυμι mix aor part pass fem gen sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»